Kronstein στα ελληνικά
Μετάφραση: kronstein, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρεμάστρα, υποστήριγμα, αγκύλη, βραχίονα, στήριγμα, στηρίγματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kronoloogiline στα ελληνικά - χρονολογικός, χρονολογικές, χρονολογική
- kronomeeter στα ελληνικά - chrono, χρονογράφου, χρονογράφος, του χρονογράφου, ο χρονογράφος
- kronu στα ελληνικά - σταμνί, τσουκάλι, σαράβαλο, crock, γκιούμι
- krooge στα ελληνικά - χώνω, πτυχή, πιέτα, πτύσσω, σούφρα, ταραχή, ruffle, ...
Τυχαίες λέξεις
Kronstein στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρεμάστρα, υποστήριγμα, αγκύλη, βραχίονα, στήριγμα, στηρίγματος
Μεταφράσεις: κρεμάστρα, υποστήριγμα, αγκύλη, βραχίονα, στήριγμα, στηρίγματος