Läige στα ελληνικά
Μετάφραση: läige, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντικατοπτρίζω, γυαλάδα, ερμηνεία, λούστρο, αντανακλώ, εξήγηση, ανταύγεια, λαμπρότητα, λάμψη, στιλπνότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lähtuma στα ελληνικά - προέρχομαι, κατοικώ, διαμένω, απορρέω, ακολουθήστε, ακολουθούν, ακολουθήσουν, ...
- läigatus στα ελληνικά - λαμπυρίζω, πιτσιλίζω, πλατσουρίζω, πιτσιλάω, σπιθίζω
- läikima στα ελληνικά - αστράφτω, λάμπω, λαμποκοπώ, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, ...
- läikiv στα ελληνικά - στιλπνός, γυαλιστερός, λαμπερός, λαμπερά, λαμπερό, γυαλιστερό, γυαλιστερά
Τυχαίες λέξεις
Läige στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντικατοπτρίζω, γυαλάδα, ερμηνεία, λούστρο, αντανακλώ, εξήγηση, ανταύγεια, λαμπρότητα, λάμψη, στιλπνότητα
Μεταφράσεις: αντικατοπτρίζω, γυαλάδα, ερμηνεία, λούστρο, αντανακλώ, εξήγηση, ανταύγεια, λαμπρότητα, λάμψη, στιλπνότητα