Mõõtmine στα ελληνικά
Μετάφραση: mõõtmine, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταμέτρηση, μέτρηση, μέτρησης, μετρήσεων, μετρήσεως, τη μέτρηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mõõtmatu στα ελληνικά - ανυπολόγιστος, ανυπολόγιστη, ανυπολόγιστες, αμέτρητη, ανυπολόγιστο
- mõõtmatus στα ελληνικά - αχανές, απεραντοσύνη, απεραντοσύνης, την απεραντοσύνη, τεράστιου
- mõõtur στα ελληνικά - εκτιμώ, μετρητής, υπολογίζω, Gauge, μετρητή, περιτύπωμα, δείκτης
- möbleerima στα ελληνικά - επιπλώνω, προμηθεύω, παρέχουν, προσκομίσει, παράσχει, να προσκομίσει, παρέχει
Τυχαίες λέξεις
Mõõtmine στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταμέτρηση, μέτρηση, μέτρησης, μετρήσεων, μετρήσεως, τη μέτρηση
Μεταφράσεις: καταμέτρηση, μέτρηση, μέτρησης, μετρήσεων, μετρήσεως, τη μέτρηση