Mainimine στα ελληνικά

Μετάφραση: mainimine, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναφορά, αναφέρω, αναφέρουμε, αναφέρει, αναφέρουν, αναφέρετε
Mainimine στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mainekas στα ελληνικά - ονομαστός, τίμιος, ευυπόληπτος, αξιόπιστη, αξιόπιστες, αξιόπιστους, έγκριτο
  • mainima στα ελληνικά - αναφορά, αναφέρω, αναφέρουμε, αναφέρει, αναφέρουν, αναφέρετε
  • mais στα ελληνικά - καλαμπόκι, αραβοσίτου, καλαμποκιού, το καλαμπόκι, αραβοσιτέλαιο
  • maismaa στα ελληνικά - γη, γης, της γης, γαιών, εκτάσεις
Τυχαίες λέξεις
Mainimine στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναφορά, αναφέρω, αναφέρουμε, αναφέρει, αναφέρουν, αναφέρετε