Mast στα ελληνικά
Μετάφραση: mast, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πάσσαλος, παλούκι, σουίτα, ακολουθία, κατάρτι, ιστός, ιστό, σκελετού ανύψωσης, σκελετó ανύψωσης
Μεταφράσεις
- massiline στα ελληνικά - μάζα, μαζικός, χονδρική πώληση, χονδρικής, χονδρική, χονδρικό, χονδρικής πώλησης
- massimõrv στα ελληνικά - μακελειό, σφαγή, Η, Το, ο, την, τη
- mastitippu στα ελληνικά - στο ίδιο επίπεδο, ξεπλύνετε, ίδιο επίπεδο, flush, φλος
- masturbeerima στα ελληνικά - αυνανίζομαι, αυνανίζονται, μαλακίζομαι, αυνανιστεί, masturbate
Τυχαίες λέξεις
Mast στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πάσσαλος, παλούκι, σουίτα, ακολουθία, κατάρτι, ιστός, ιστό, σκελετού ανύψωσης, σκελετó ανύψωσης
Μεταφράσεις: πάσσαλος, παλούκι, σουίτα, ακολουθία, κατάρτι, ιστός, ιστό, σκελετού ανύψωσης, σκελετó ανύψωσης