Meeter στα ελληνικά
Μετάφραση: meeter, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέτρο, μετρητής, μετρητή, μέτρων, μέτρου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- meessugu στα ελληνικά - αρσενικό φύλο, ανδρικού φύλου, αντρικό φύλο, ανδρικό φύλο, το αντρικό φύλο
- meesõpetaja στα ελληνικά - αρσενικό, αρσενικά, αρσενικών, αρσενικού, ανδρική
- meetod στα ελληνικά - μέθοδος, μέθοδο, μεθόδου, μέθοδο που, τη μέθοδο
- meetrika στα ελληνικά - μετρήσεις, μετρικές, metrics, μετρήσεων, μετρικών
Τυχαίες λέξεις
Meeter στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέτρο, μετρητής, μετρητή, μέτρων, μέτρου
Μεταφράσεις: μέτρο, μετρητής, μετρητή, μέτρων, μέτρου