Mustama στα ελληνικά
Μετάφραση: mustama, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακολογώ, αμαυρώνω, λερώνω, μαυρίσει, αμαυρώνουν, στιγματίζουν, αμαυρώσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mussoon στα ελληνικά - μουσώνας, μουσώνων, των μουσώνων, μουσώνα, μουσώνες
- must στα ελληνικά - σαμούρι, μαύρος, μαύρο, μαύρη, μαύρα, μαύρες
- mustamine στα ελληνικά - κηλίδα, μουτζούρα, επίχρισμα, Παπανικολάου, επιχρίσματος
- mustanahaline στα ελληνικά - μαύρος, μαύρο, μαύρη, μαύρα, μαύρες
Τυχαίες λέξεις
Mustama στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακολογώ, αμαυρώνω, λερώνω, μαυρίσει, αμαυρώνουν, στιγματίζουν, αμαυρώσει
Μεταφράσεις: κακολογώ, αμαυρώνω, λερώνω, μαυρίσει, αμαυρώνουν, στιγματίζουν, αμαυρώσει