Oma στα ελληνικά

Μετάφραση: oma, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
του, της, αυτήν, κατέχω, σας, της], αυτή, τους, των, αυτών
Oma στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • diptühhon στα ελληνικά - δίπτυχο, Διπτυχο, δίπτυχη, δίπτυχες
  • kriidiajastu στα ελληνικά - γυψώδης, Κρητιδικής, Κρητιδική, Κρητιδικό, Κρητιδικού
  • kõrval στα ελληνικά - πλάι, δίπλα, δίπλα στο, δίπλα στην, δίπλα σε, δίπλα στη
  • lelu στα ελληνικά - παιχνίδι, παιχνιδιών, παιχνιδιού, παιχνίδια, των παιχνιδιών
Τυχαίες λέξεις
Oma στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: του, της, αυτήν, κατέχω, σας, της], αυτή, τους, των, αυτών