Põhimõttelage στα ελληνικά
Μετάφραση: põhimõttelage, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλιάνθρωπος, αδίστακτος, χωρίς αρχές, ασυνείδητη, ασυνείδητοι, ανήθικων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- erilisus στα ελληνικά - μοναδικότητα, Singularity, Μοναδικότητας, ιδιομορφία, παραδοξότητα
- greipfruut στα ελληνικά - γκρέιπ φρουτ, γκρέιπφρουτ, γκρέηπφρουτ, γκρέϊπφρουτ
- kubisema στα ελληνικά - πλήθος, κοσμοσυρροή, throng, άλλο πλήθος, λάου
- monoloog στα ελληνικά - μονόλογος, μονόλογο, μονολόγου, ο μονόλογος, το μονόλογο
Τυχαίες λέξεις
Põhimõttelage στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλιάνθρωπος, αδίστακτος, χωρίς αρχές, ασυνείδητη, ασυνείδητοι, ανήθικων
Μεταφράσεις: παλιάνθρωπος, αδίστακτος, χωρίς αρχές, ασυνείδητη, ασυνείδητοι, ανήθικων