Pealiskaudne στα ελληνικά
Μετάφραση: pealiskaudne, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απρόσεκτος, βιαστικός, επιπόλαιος, επιφανειακός, ξέγνοιαστος, επιδεικτικός, ανεπίσημος, φιγουρατζής, επιφανειακές, επιφανειακή, επιφανειακά, επιφανειακό, επιπολής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- elavnemine στα ελληνικά - ανάκτηση, ανάκτησης, ανάκαμψη, αποκατάστασης, ανάκαμψης
- eos στα ελληνικά - μικρόβιο, σπόριο, σπορίων, σπόρων, σπορίου, των σπορίων
- filatelist στα ελληνικά - συλλέκτης γραμματοσήμων, φιλοτελιστής, Φιλοτελιστή, φιλοτελιστές
- maniakaalne στα ελληνικά - μανιακός, μανιακή, μανιακά, μανιακό, μανιακών, μανιακού
Τυχαίες λέξεις
Pealiskaudne στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απρόσεκτος, βιαστικός, επιπόλαιος, επιφανειακός, ξέγνοιαστος, επιδεικτικός, ανεπίσημος, φιγουρατζής, επιφανειακές, επιφανειακή, επιφανειακά, επιφανειακό, επιπολής
Μεταφράσεις: απρόσεκτος, βιαστικός, επιπόλαιος, επιφανειακός, ξέγνοιαστος, επιδεικτικός, ανεπίσημος, φιγουρατζής, επιφανειακές, επιφανειακή, επιφανειακά, επιφανειακό, επιπολής