Peenike στα ελληνικά

Μετάφραση: peenike, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεπτός, αραιός, λιγνός, αραιώνω, ισχνός, ψιλός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές
Peenike στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ennistus στα ελληνικά - αποκατάσταση, επιστροφή, επιστροφής, απόδοση, αποκατάστασης
  • lend στα ελληνικά - πτήση, φυγή, πτήσης, πτήσεων, της πτήσης, την πτήση
  • mudel στα ελληνικά - μακέτα, μανεκέν, μοντέλο, πρότυπο, υπόδειγμα, μοντέλου, το μοντέλο
  • mõnevõrra στα ελληνικά - κάπως, λίγο, ελαφρώς, κάποιο τρόπο, κατά τι
Τυχαίες λέξεις
Peenike στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεπτός, αραιός, λιγνός, αραιώνω, ισχνός, ψιλός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές