Pilkamine στα ελληνικά

Μετάφραση: pilkamine, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χλευασμός, παρωδία, κοροϊδία, εμπαιγμό, διακωμώδηση, γελοιοποίηση
Pilkamine στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hirm στα ελληνικά - φοβάμαι, δέος, φόβος, φόβο, φόβου, το φόβο, ο φόβος
  • juhendamine στα ελληνικά - εντολή, οδηγία, οδηγίες, οδηγιών, διδασκαλίας
  • metsamees στα ελληνικά - δασοφύλακας, δασολόγο, δασολόγου, δασοκόμου, δασοπόνος
  • mõlemapoolsus στα ελληνικά - αμοιβαιότητα, αμοιβαιότητας, της αμοιβαιότητας, την αμοιβαιότητα, η αμοιβαιότητα
Τυχαίες λέξεις
Pilkamine στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χλευασμός, παρωδία, κοροϊδία, εμπαιγμό, διακωμώδηση, γελοιοποίηση