Potentsiaalne στα ελληνικά

Μετάφραση: potentsiaalne, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδεχόμενος, τάση, πιθανός, πιθανότητα, εφικτός, δυνητικός, δυναμικό, δυνητικών, δυνητική, δυνητικούς
Potentsiaalne στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hädaohtlik στα ελληνικά - ριψοκίνδυνος, επικίνδυνος, επικίνδυνων, επικίνδυνες, επικίνδυνα, επικίνδυνη
  • lühter στα ελληνικά - πολυέλαιος, πολυέλαιο, πολυελαίου, πολυελαίων, πολύφωτου
  • maine στα ελληνικά - φήμη, γήινος, εικόνα, εικόνας, image, εικόνα από, την εικόνα
  • merevaik στα ελληνικά - πορτοκαλί, κεχριμπάρι, κεχριμπαρένιο, κεχριμπαριού, κίτρινο
Τυχαίες λέξεις
Potentsiaalne στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδεχόμενος, τάση, πιθανός, πιθανότητα, εφικτός, δυνητικός, δυναμικό, δυνητικών, δυνητική, δυνητικούς