Praktiliselt στα ελληνικά
Μετάφραση: praktiliselt, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουσιαστικά, σχεδόν, πρακτικά, πράξη, πρακτικώς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kaksteist στα ελληνικά - δώδεκα, των δώδεκα, τους δώδεκα
- laduja στα ελληνικά - στοιχειοθέτης, compositor, συνθέτη, συνθέτης
- lustlik στα ελληνικά - φαιδρός, ευδιάθετος, εύθυμος, κεφάτος, χαρούμενος, ομοφυλόφιλος, Merry, ...
- mälestustahvel στα ελληνικά - χάπι, πλάκα, πλάκας, πινακίδα, πλακών, πλακός
Τυχαίες λέξεις
Praktiliselt στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουσιαστικά, σχεδόν, πρακτικά, πράξη, πρακτικώς
Μεταφράσεις: ουσιαστικά, σχεδόν, πρακτικά, πράξη, πρακτικώς