Ουσιαστικά στα εσθονικά
Μετάφραση: ουσιαστικά, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
põhiliselt, praktiliselt, tegelikult, virtuaalselt, põhiolemuselt, sisuliselt, peamiselt, põhimõtteliselt, olemuselt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ουσιαστικά
ουσιαστικά α κλίσης, ουσιαστικά ασκήσεις γ δημοτικού, ουσιαστικά β κλίσης, ουσιαστικά γ κλίσης, ουσιαστικά σε ειο, ουσιαστικά λεξικό γλώσσας εσθονικά, ουσιαστικά στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ουρλιάζω στα εσθονικά - uluma, huilatus, Ulvonta
- ουσία στα εσθονικά - aine, olemus, ollus, materjal, tuum, iva, ainet, ...
- ουσιαστικό στα εσθονικά - nimisõna, tegelik, substantiiv, noun, Tõlked, Wiki, nimisõnast
- ουσιαστικός στα εσθονικά - mahukas, oluline, märkimisväärne, olulise, olulist, olulisi
Τυχαίες λέξεις
Ουσιαστικά στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: põhiliselt, praktiliselt, tegelikult, virtuaalselt, põhiolemuselt, sisuliselt, peamiselt, põhimõtteliselt, olemuselt
Μεταφράσεις: põhiliselt, praktiliselt, tegelikult, virtuaalselt, põhiolemuselt, sisuliselt, peamiselt, põhimõtteliselt, olemuselt