Röögatus στα ελληνικά
Μετάφραση: röögatus, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουγκρίζω, φωνάζω, φωνάζουν, φωνάξει, φωνάζεις, κραυγή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ajanäitaja στα ελληνικά - ωρολόγιο, ρολόι, ρολογιού, ρολόι που, το ρολόι
- ametlikult στα ελληνικά - επίσημα, επισήμως, επίσημη
- assessor στα ελληνικά - εκτιμητής, αξιολογητή, βαθμολογητή, αξιολογητής, βαθμολογητής
- fleksioon στα ελληνικά - σύντηξη, κάμψη, κάμψης, την κάμψη, κάμψη του, κάμψεως
Τυχαίες λέξεις
Röögatus στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουγκρίζω, φωνάζω, φωνάζουν, φωνάξει, φωνάζεις, κραυγή
Μεταφράσεις: μουγκρίζω, φωνάζω, φωνάζουν, φωνάξει, φωνάζεις, κραυγή