Riiklik στα ελληνικά
Μετάφραση: riiklik, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρατίδιο, εθνικός, κράτος, κατάσταση, πολιτεία, κρατικών, κρατικές
![Riiklik στα ελληνικά Riiklik στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-ee-gr-12095.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ettenägematu στα ελληνικά - απρόβλεπτες, απρόβλεπτων, απρόβλεπτα, απρόβλεπτη, απρόβλεπτης
- jäätuma στα ελληνικά - κρουσταλλιάζω, παγώνω, καταψύχω, πάγωμα, παγώσει, καταψύχετε, να παγώσει, ...
- kahekordsus στα ελληνικά - το διπλό, η διπλή, ο διπλός, τη διπλή, διπλού
- loobumiskiri στα ελληνικά - αποκήρυξη, απάρνηση, παραίτηση, αποποίηση, υπαναχωρήσεως
Τυχαίες λέξεις
Riiklik στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρατίδιο, εθνικός, κράτος, κατάσταση, πολιτεία, κρατικών, κρατικές
Μεταφράσεις: κρατίδιο, εθνικός, κράτος, κατάσταση, πολιτεία, κρατικών, κρατικές