Sissepritse στα ελληνικά

Μετάφραση: sissepritse, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έγχυμα, ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης
Sissepritse στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • graveerimine στα ελληνικά - χαρακτική, Χαρακτικής, Χάραξη, Εργαστήρια Χαρακτικής, χάραξης
  • käed στα ελληνικά - όπλα, τα χέρια, χέρια, χεριών, hands, στα χέρια
  • loobuma στα ελληνικά - απορρίπτω, αποποιούμαι, παρατάω, εγκαταλείπω, παραιτηθεί, να εγκαταλείψουν, εγκαταλείψουν, ...
  • maskeraad στα ελληνικά - μεταμφίεση, μασκαράτα, μεταμφίεσης, μασκάρεμα, την μεταμφίεση
Τυχαίες λέξεις
Sissepritse στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έγχυμα, ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης