Soodsalt στα ελληνικά
Μετάφραση: soodsalt, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευνοϊκά, θετικά, ευνοϊκή, ευνοϊκής, ευνοϊκό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eraldamine στα ελληνικά - χωρισμός, διαχωρισμού, διαχωρισμό, διαχωρισμός, χωρισμού
- heterogeenne στα ελληνικά - ετερογενή, ετερογενείς, ετερογενής, ετερογενών, ετερογενές
- huumor στα ελληνικά - χιούμορ, το χιούμορ, υγρό, υγρού, χυμού
- nudist στα ελληνικά - γυμνιστής, γυμνιστών, κατασκήνωση γυμνιστών, γυμνιστές, για γυμνιστές
Τυχαίες λέξεις
Soodsalt στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευνοϊκά, θετικά, ευνοϊκή, ευνοϊκής, ευνοϊκό
Μεταφράσεις: ευνοϊκά, θετικά, ευνοϊκή, ευνοϊκής, ευνοϊκό