Teadustöö στα ελληνικά
Μετάφραση: teadustöö, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έρευνα, έρευνας, την έρευνα, ερευνητικών, της έρευνας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- antikvaarne στα ελληνικά - αρχαιολόγος, αντίκα, αντίκες, αντικέ, παλαιά, παλαιών
- härrasmehelik στα ελληνικά - πατρίκιος, ευγενής, ευγενοπρεπής, ευγενική, την ευγενική, ευπρεπής
- järv στα ελληνικά - λίμνη, λίμνης, στη λίμνη, λίμνη της, Λέικ
- lebama στα ελληνικά - κοσμικός, ξαπλώνω, στρώνω, ψεύδομαι, κείμαι, ανάπαυση, αναπαυτούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Teadustöö στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έρευνα, έρευνας, την έρευνα, ερευνητικών, της έρευνας
Μεταφράσεις: έρευνα, έρευνας, την έρευνα, ερευνητικών, της έρευνας