Tugev στα ελληνικά
Μετάφραση: tugev, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανθεκτικός, γερός, ρωμαλέος, ισχυρός, δυνατός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές
Μεταφράσεις
- krõbe στα ελληνικά - ξηρός, τσουχτερός, τραγανιστός, τραγανός, τραγανή, τραγανό, καθαρό, ...
- kuhtuma στα ελληνικά - ατονώ, αποδυναμώνουν, αποδυναμώσει, να αποδυναμώσει, αποδυναμώσουν, εξασθενίσει
- maapäev στα ελληνικά - διαιτολόγιο, διατροφή, δίαιτα, διατροφής, Diet, τη διατροφή
- närune στα ελληνικά - ελεεινός, πενιχρός, άθλιος, μόρτης, τιποτένιος, μηδαμινός, ασήμαντος, ...
Τυχαίες λέξεις
Tugev στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανθεκτικός, γερός, ρωμαλέος, ισχυρός, δυνατός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές
Μεταφράσεις: ανθεκτικός, γερός, ρωμαλέος, ισχυρός, δυνατός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές