Väävelhape στα ελληνικά

Μετάφραση: väävelhape, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέμφομαι, βρίζω, ονειδίζω, θειικό οξύ, θειικού οξέος, θειικού οξέως, το θειικό οξύ, θειϊκό οξύ
Väävelhape στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arendaja στα ελληνικά - προγραμματιστή, προγραμματιστής, του έργου, έργου, κύριος του έργου
  • hetkeliselt στα ελληνικά - στιγμιαίος, στιγμιαία, στιγμιαίας, στιγμιαίο, στιγμιαίες
  • igavesti στα ελληνικά - για πάντα, πάντα
  • meelitama στα ελληνικά - καταφέρνω, πείσει, πεισθούν, πεισθούν οι, ομοαξονικό
Τυχαίες λέξεις
Väävelhape στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέμφομαι, βρίζω, ονειδίζω, θειικό οξύ, θειικού οξέος, θειικού οξέως, το θειικό οξύ, θειϊκό οξύ