Μέμφομαι στα εσθονικά

Μετάφραση: μέμφομαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vitrioliõli, väävelhape, etteheide, heita, etteheiteid, ette heita, teotuseks
Μέμφομαι στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέμφομαι

μέμφομαι συνώνυμο, μέμφομαι τον αιώνα, μέμφομαι σημασία, μέμφομαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, μέμφομαι στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μέλι στα εσθονικά - mesi, kullake, mee, mett, meega, honey
  • μέλος στα εσθονικά - välisserv, jäse, liige, liikme, liikmeks, liikmena
  • μέμψη στα εσθονικά - laitma, Semerkhet
  • μέντα στα εσθονικά - münt, piparmünt, mint, rahapaja, piparmündi
Τυχαίες λέξεις
Μέμφομαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: vitrioliõli, väävelhape, etteheide, heita, etteheiteid, ette heita, teotuseks