Ονειδίζω στα εσθονικά

Μετάφραση: ονειδίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vitrioliõli, väävelhape, idioot, Kiusata, näägutus, Piikitellä, näägutama
Ονειδίζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ονειδίζω

ονειδίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, ονειδίζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ομόφωνα στα εσθονικά - ühehäälselt, üksmeelselt, ühehäälselt vastu, ühehäälse otsuse
  • ομόφωνος στα εσθονικά - üksmeelne, ühehäälne, ühehäälse, ühehäälselt, ühehäälset, ühehäälsele
  • ονειρεύομαι στα εσθονικά - unistus, unenägu, unistada, unistate, dream, unistama
  • ονειροπόληση στα εσθονικά - unelm, unistama, unistus, unistamine, Daydream, Daydream Välja, ilutsema
Τυχαίες λέξεις
Ονειδίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: vitrioliõli, väävelhape, idioot, Kiusata, näägutus, Piikitellä, näägutama