Värisev στα ελληνικά
Μετάφραση: värisev, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρεμούλιασμα, ριγών, τρέμων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dollar στα ελληνικά - δολάριο, δολαρίου, δολάρια, δολαρίων, του δολαρίου
- laienemine στα ελληνικά - κλιμάκωση, διαστολή, εξάπλωση, επέκταση, διεύρυνση, επέκτασης, διαστολής, ...
- lõtk στα ελληνικά - παριστάνω, χασμουρητό, έργο, αργοκίνητος, παίζω, χασμουριέμαι, χαλαρός, ...
- mäekoll στα ελληνικά - καλικάντζαρος, δαιμόνιο, Goblin, παγανός
Τυχαίες λέξεις
Värisev στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρεμούλιασμα, ριγών, τρέμων
Μεταφράσεις: τρεμούλιασμα, ριγών, τρέμων