Ás στα ελληνικά

Μετάφραση: ás, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κορυφογραμμή, άξονας, άξονα, τον άξονα, άξονος, άξονά
Ás στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • áríðandi στα ελληνικά - επείγων, άμεσος, κρίσιμος, Crucial, Κρίσιμη, Κρίσιμης σημασίας, ζωτικής σημασίας
  • áróður στα ελληνικά - προπαγάνδα, προπαγάνδας, την προπαγάνδα, η προπαγάνδα, της προπαγάνδας
  • ásaka στα ελληνικά - κατηγορώ, ευθύνη, μομφή, φταίξιμο, υπαιτιότητας
  • ásamt στα ελληνικά - μαζί, κατά μήκος, μήκος, κατά μήκος της
Τυχαίες λέξεις
Ás στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κορυφογραμμή, άξονας, άξονα, τον άξονα, άξονος, άξονά