Aðbúnaður στα ελληνικά

Μετάφραση: aðbúnaður, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάλυμα, στέγαση, εγκαταστάσεις, εγκαταστάσεων, παροχές, διευκολύνσεις, τις εγκαταστάσεις
Aðbúnaður στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aðallega στα ελληνικά - κυρίως, κύριο λόγο, κατά κύριο λόγο, ιδίως
  • aðalsmaður στα ελληνικά - ευγενής, ευπατρίδης, ευγενή, άρχοντα, αριστοκράτη
  • aðdáun στα ελληνικά - θαυμασμός, εκτελούνται, εκτελείται, που εκτελούνται, πραγματοποιείται, πραγματοποιήθηκε
  • aðeins στα ελληνικά - μόνο, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
Τυχαίες λέξεις
Aðbúnaður στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάλυμα, στέγαση, εγκαταστάσεις, εγκαταστάσεων, παροχές, διευκολύνσεις, τις εγκαταστάσεις