Afli στα ελληνικά

Μετάφραση: afli, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρπάζω, πιάνω, ισχύς, εξουσία, δύναμη, ισχύος, ισχύ
Afli στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • afleitur στα ελληνικά - αδύνατον, πολύ, ιδιαίτερα, είναι πολύ, εξαιρετικά, ακριβώς
  • afleiðing στα ελληνικά - έκβαση, αποτέλεσμα, σημασία, συνέπεια, επίπτωση, λόγω, αποτελέσματα, ...
  • aflát στα ελληνικά - επιείκεια, απόλαυση, ανοχή, επιείκειά, ανοχής
  • afmæli στα ελληνικά - επέτειος, γενέθλια, επέτειο, επετείου, χρόνια, επέτειό
Τυχαίες λέξεις
Afli στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρπάζω, πιάνω, ισχύς, εξουσία, δύναμη, ισχύος, ισχύ