Brátt στα ελληνικά
Μετάφραση: brátt, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομος, σύντομα, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bryðja στα ελληνικά - πρωταθλητής, champ, πρωταθλητή, πρωτάθλημα
- brá στα ελληνικά - τσίνορο, βλεφαρίδα, Drew, Ντρου, έσυρε, Η Ντρου, Ο Drew
- bráðlega στα ελληνικά - σύντομα, σύντομος, λίστα, Η λίστα, ακινήτου, περιορισμένο κατάλογο
- bráðna στα ελληνικά - λιώνω, τήξης, τήξη, τήγματος, τήγμα, τήξεως
Τυχαίες λέξεις
Brátt στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομος, σύντομα, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
Μεταφράσεις: σύντομος, σύντομα, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα