Gólf στα ελληνικά
Μετάφραση: gólf, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όροφος, πάτωμα, δάπεδα, πατώματα, ορόφους, δάπεδο, ορόφων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gæði στα ελληνικά - επίδομα, όφελος, ωφέλεια, ποιότητα, επωφελούμαι, ποιότητας, της ποιότητας, ...
- gífurlegur στα ελληνικά - ανείπωτος, ανομολόγητος, Untold, ανείπωτη, ανείπωτα
- gólfdúkur στα ελληνικά - μουσαμάς, λινέλαιο, λινοτάπητες, το λινέλαιο, λινοτάπητα
- gólfteppi στα ελληνικά - χαλί, μοκέτα, τάπητα, ταπήτων, χαλιού, χαλιών
Τυχαίες λέξεις
Gólf στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όροφος, πάτωμα, δάπεδα, πατώματα, ορόφους, δάπεδο, ορόφων
Μεταφράσεις: όροφος, πάτωμα, δάπεδα, πατώματα, ορόφους, δάπεδο, ορόφων