Handhafi στα ελληνικά

Μετάφραση: handhafi, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θήκη, κομιστής, φορέας, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
Handhafi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • handbók στα ελληνικά - εγχειρίδιο, οδηγίες, χρήσης, εγχειριδίου, το εγχειρίδιο
  • handfang στα ελληνικά - μεταχειρίζομαι, χερούλι, χειρίζομαι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, ...
  • handiðnaður στα ελληνικά - εγχειρίδιο, οδηγίες, χρήσης, εγχειριδίου, το εγχειρίδιο
  • handjárn στα ελληνικά - χειροπέδες, τις χειροπέδες, χειροπεδών, χειροπέδες που, χειροπέδων
Τυχαίες λέξεις
Handhafi στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θήκη, κομιστής, φορέας, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου