Λέξη: φανερά

Σχετικές λέξεις: φανερά

φανερά μυστικά άλκηστις πρωτοψάλτη, φανερά μυστικά στίχοι, φανερά μυστικά, φανερά μυστικά (2010)

Συνώνυμα: φανερά

σαφώς, καθαρά, ολοφάνερα

Μεταφράσεις: φανερά

φανερά στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
visibly, evidently, openly, clearly, apparent, obviously, obvious

φανερά στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
abiertamente, abierta, abiertamente a, públicamente, francamente

φανερά στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sichtlich, offenbar, sichtbar, offen, öffentlich, offen zu, offener, ganz offen

φανερά στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
évidemment, visiblement, manifestement, ouvertement, ouverte, publiquement, franchement, ouvertement de

φανερά στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
apertamente, aperta, pubblicamente, apertamente la, francamente

φανερά στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abertamente, aberta, publicamente, forma aberta, abertamente a

φανερά στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
openlijk, open, openlijk te, openbaar, openheid

φανερά στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
по-видимому, заметно, несомненно, очевидно, явно, открыто, откровенно, прямо, открытую

φανερά στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tydeligvis, åpenlyst, åpent

φανερά στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
öppet, öppen, att öppet, ett öppet

φανερά στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
selvästi, avoimesti, julkisesti, avoimen, avointa

φανερά στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
åbent, åbenlyst, åben, åbent at

φανερά στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
samozřejmě, viditelně, evidentně, zjevně, otevřeně, veřejně, se otevřeně, otevřené, otevřeněji

φανερά στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ewidentnie, widocznie, wyraźnie, oczywiście, dostrzegalnie, otwarcie, jawnie, otwarty, sposób otwarty

φανερά στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyíltan, nyílt, nyilvánosan, nyitottan

φανερά στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
açıkça, açık, açık bir, açık bir şekilde, açıktan

φανερά στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
явний, очевидно, помітний, видимий, очевидний, видний, відкрито, відкрите, відкрита, відверто

φανερά στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hapur, haptas, haptazi, të hapur, mënyrë të hapur

φανερά στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
явно, открито, открито да, открито се, откровено

φανερά στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адкрыта, адчынена, адкрыты, адкрытае

φανερά στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
silmnähtavalt, nähtavalt, ilmselt, avalikult, avatult, avameelselt, läbipaistvalt

φανερά στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
otvoreno, javno, je otvoreno, se otvoreno, slobodno

φανερά στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
opinskátt, opinberlega, opinskátt að, opinskátt í

φανερά στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
scilicet

φανερά στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atvirai, atviriau, viešai, atviri

φανερά στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atklāti, atklāta, atklātāk, klaji

φανερά στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
отворено, отворено се, јавно, отворено да, отворено го

φανερά στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
deschis, mod deschis, în mod deschis, pe față, in mod deschis

φανερά στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odkrito, odprto, javno, bolj javno

φανερά στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
otvorene, otvoreným
Τυχαίες λέξεις