Líkur στα ελληνικά

Μετάφραση: líkur, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπαθώ, σαν, αρέσω, όπως, πιθανός, πιθανό, ενδέχεται, πιθανόν, πιθανότερο
Líkur στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • líkami στα ελληνικά - σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
  • líklegur στα ελληνικά - πιθανός, πιθανό, ενδέχεται, πιθανόν, πιθανότερο
  • lítið στα ελληνικά - μικρός, λίγο, μικρή, μικρό, λίγη, λίγα
  • líða στα ελληνικά - ανέχομαι, αισθάνομαι, νιώθω, αισθάνονται, αισθάνεστε, αισθανθείτε
Τυχαίες λέξεις
Líkur στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπαθώ, σαν, αρέσω, όπως, πιθανός, πιθανό, ενδέχεται, πιθανόν, πιθανότερο