Lof στα ελληνικά

Μετάφραση: lof, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκθειάζω, έπαινος, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου
Lof στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ljóðskáld στα ελληνικά - ποιητής, ποιητή, ποιήτρια, ο ποιητής
  • ljúga στα ελληνικά - ψεύδομαι, κείμαι, κειμένος, βρίσκεται, που βρίσκεται, ξαπλωμένη, βρίσκονται
  • loft στα ελληνικά - ατμόσφαιρα, αέρας, αέρα, του αέρα, αεροπορικών, αέρος
  • loftskip στα ελληνικά - αερόπλοια, αερόπλοιων, αερόστατο, τα αερόπλοια
Τυχαίες λέξεις
Lof στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκθειάζω, έπαινος, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου