Acompañamiento στα ελληνικά
Μετάφραση: acompañamiento, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνοδεία, συνοδευτικά, συνοδευτικό, συνοδευτικές, συνοδευτικών, συνοδευτική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acomodo στα ελληνικά - εργασία, διευθέτηση, συμφωνία, διάταξη, ρύθμιση, ρύθμισης
- acompasado στα ελληνικά - ομαλός, τακτικός, Ι, έχω, θα, I, μου
- acompañante στα ελληνικά - σύντροφος, σύντροφο, συντροφιάς, συντροφιά, σύντροφός
- acompañar στα ελληνικά - ακολουθώ, συνοδεύω, καβαλιέρος, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, ...
Τυχαίες λέξεις
Acompañamiento στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνοδεία, συνοδευτικά, συνοδευτικό, συνοδευτικές, συνοδευτικών, συνοδευτική
Μεταφράσεις: συνοδεία, συνοδευτικά, συνοδευτικό, συνοδευτικές, συνοδευτικών, συνοδευτική