Austero στα ελληνικά

Μετάφραση: austero, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυστηρός, σκληρός, σέρτικος, ανελέητος, βλοσυρός, σοβαρός, πρύμνη, δριμύς, απέριττος, λιτός, αυστηρό, λιτό
Austero στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ausente στα ελληνικά - απών, απουσιάζει, απούσα, απουσιάζουν, απουσίας
  • austeridad στα ελληνικά - λιτότητα, λιτότητας, λιτότητας που, αυστηρότητα
  • austral στα ελληνικά - νότιος, μεσημβρινός, Austral, Αυστραλασίας
  • autenticar στα ελληνικά - επικυρώνω, πιστοποιώ, ταυτότητας, επικυρώνουν, επικύρωση, έλεγχος ταυτότητας, έλεγχο ταυτότητας
Τυχαίες λέξεις
Austero στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυστηρός, σκληρός, σέρτικος, ανελέητος, βλοσυρός, σοβαρός, πρύμνη, δριμύς, απέριττος, λιτός, αυστηρό, λιτό