Capitanear στα ελληνικά
Μετάφραση: capitanear, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιθύνω, διέπω, μόλυβδος, λουρί, ηγούμαι, κυβερνώ, καπετάνιος, καπετάνιο, αρχηγός, πλοίαρχος, κυβερνήτης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- capitalización στα ελληνικά - κεφαλαιοποίηση, κεφαλοποίηση, κεφαλαιοποίησης, χρηματιστηριακή, την κεφαλαιοποίηση
- capitalizar στα ελληνικά - κεφαλαιοποιώ, κεφαλαιοποιήσει, κεφαλαιοποιήσουν, κεφαλαιοποιεί, επωφεληθούμε, αξιοποιήσει
- capitulación στα ελληνικά - παραδίδω, συνθηκολόγηση, συνθηκολόγησης, τη συνθηκολόγηση, συνθηκολόγηση της, η συνθηκολόγηση
- capitular στα ελληνικά - παραδίδω, συνθηκολογό, συνθηκολογήσετε, συνθηκολογήση, συνθηκολογήσει, συνθηκολογήσουν
Τυχαίες λέξεις
Capitanear στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιθύνω, διέπω, μόλυβδος, λουρί, ηγούμαι, κυβερνώ, καπετάνιος, καπετάνιο, αρχηγός, πλοίαρχος, κυβερνήτης
Μεταφράσεις: ιθύνω, διέπω, μόλυβδος, λουρί, ηγούμαι, κυβερνώ, καπετάνιος, καπετάνιο, αρχηγός, πλοίαρχος, κυβερνήτης