Caro στα ελληνικά
Μετάφραση: caro, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγαπημένος, δαπανηρός, τιμαλφής, ακριβός, αγαπητός, πολύτιμος, ακριβό, ακριβά, δαπανηρή, ακριβό σχετικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- carnoso στα ελληνικά - σαρκώδης, σαρκώδη, σαρκώδες, σαρκώδεις, σαρκωδών
- carnívoro στα ελληνικά - σαρκοφάγος, σαρκοβόρος, σαρκοβόρα, σαρκοφάγα, σαρκοφάγων, τα σαρκοφάγα
- carpa στα ελληνικά - κυπρίνος, σκηνή, τέντα, σκηνής, τέντας, τη σκηνή
- carpeta στα ελληνικά - χαρτοφύλακας, ντοσιέ, φάκελο, φακέλου, φάκελος, το φάκελο
Τυχαίες λέξεις
Caro στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγαπημένος, δαπανηρός, τιμαλφής, ακριβός, αγαπητός, πολύτιμος, ακριβό, ακριβά, δαπανηρή, ακριβό σχετικά
Μεταφράσεις: αγαπημένος, δαπανηρός, τιμαλφής, ακριβός, αγαπητός, πολύτιμος, ακριβό, ακριβά, δαπανηρή, ακριβό σχετικά