Central στα ελληνικά

Μετάφραση: central, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεντρικός, πρωτεύουσα, μεσαίος, μέση, κεντρική, κεντρικό, κεντρικές, κεντρικής
Central στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • centeno στα ελληνικά - σίκαλη, σίκαλης, σικάλεως, τη σίκαλη, σίκαλης που
  • centinela στα ελληνικά - φρουρά, φυλάω, ρολόι, φύλακας, βλέπω, φρουρός, τσιλιαδόρος, ...
  • centralizar στα ελληνικά - συγκεντρώνει, συγκεντρώνουν, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν, συγκεντρωτική
  • centrifugador στα ελληνικά - φυγοκέντρησης, φυγόκεντρος, φυγόκεντρο, φυγοκέντρισης, φυγοκέντρου
Τυχαίες λέξεις
Central στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεντρικός, πρωτεύουσα, μεσαίος, μέση, κεντρική, κεντρικό, κεντρικές, κεντρικής