Comprensivo στα ελληνικά

Μετάφραση: comprensivo, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλήρης, περιεκτικός, ολοκληρωμένη, περιεκτική, συνολική, ολοκληρωμένο, συνολικής
Comprensivo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • comprender στα ελληνικά - καταλαβαίνω, κατανοώ, περιλαμβάνω, συμπεριλαμβάνω, κατανοήσουν, κατανοήσουμε, καταλάβουν, ...
  • comprensible στα ελληνικά - κατανοητός, κατανοητό, κατανοητή, κατανοητές, κατανοητά
  • comprensión στα ελληνικά - ταραχή, σύλληψη, κατανόηση, φόβος, κατανόησης, την κατανόηση, αντίληψη, ...
  • compresa στα ελληνικά - πατικώνω, συμπιέζω, κομπρέσα, συμπιέσει, τη συμπίεση, συμπιέσετε, συμπιέζει
Τυχαίες λέξεις
Comprensivo στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλήρης, περιεκτικός, ολοκληρωμένη, περιεκτική, συνολική, ολοκληρωμένο, συνολικής