Diferir στα ελληνικά

Μετάφραση: diferir, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβάλλω, διαφέρουν, διαφέρει, να διαφέρουν, να διαφέρει, διαφορετικές
Diferir στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • diferente στα ελληνικά - διάφορα, διαφορετικός, άλλος, διάφορος, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, ...
  • diferentemente στα ελληνικά - διαφορετικά, διαφορετικό, διαφορετικό τρόπο, διαφορετική, με διαφορετικό
  • dificultad στα ελληνικά - δυσχέρεια, δυσκολία, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών
  • dificultar στα ελληνικά - κωλυσιεργώ, παρακωλύω, εμποδίζουν, παρεμποδίζουν, παρεμποδίσει, εμποδίσουν, παρακωλύουν
Τυχαίες λέξεις
Diferir στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβάλλω, διαφέρουν, διαφέρει, να διαφέρουν, να διαφέρει, διαφορετικές