Dificultad στα ελληνικά

Μετάφραση: dificultad, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δυσχέρεια, δυσκολία, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών
Dificultad στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • diferentemente στα ελληνικά - διαφορετικά, διαφορετικό, διαφορετικό τρόπο, διαφορετική, με διαφορετικό
  • diferir στα ελληνικά - αναβάλλω, διαφέρουν, διαφέρει, να διαφέρουν, να διαφέρει, διαφορετικές
  • dificultar στα ελληνικά - κωλυσιεργώ, παρακωλύω, εμποδίζουν, παρεμποδίζουν, παρεμποδίσει, εμποδίσουν, παρακωλύουν
  • dificultoso στα ελληνικά - δύσκολος, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες
Τυχαίες λέξεις
Dificultad στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δυσχέρεια, δυσκολία, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών