Encadenar στα ελληνικά

Μετάφραση: encadenar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλυσίδα, καδένα, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο
Encadenar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • encabezar στα ελληνικά - λουρί, μόλυβδος, ηγούμαι, κορυφή, πάνω, επάνω, κορυφαία, ...
  • encadenamiento στα ελληνικά - αληλουχία, συναλυσωση, αλληλουχία, συνένωση, συνένωσης
  • encaje στα ελληνικά - δαντέλα, δαντέλες, δαντέλας, κορδόνι, lace
  • encalar στα ελληνικά - ασπρίζω, ασβεστώνω, ασβεστόνερο, ασβέστη, συγκάλυψη, κιμωλία
Τυχαίες λέξεις
Encadenar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλυσίδα, καδένα, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο