Encerar στα ελληνικά
Μετάφραση: encerar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- encendido στα ελληνικά - ανάφλεξη, μίζα, διακόπτης, φλεγόμενος, πυροδότηση, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, ...
- encerado στα ελληνικά - κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
- encerrar στα ελληνικά - συμπεριλαμβάνω, περιλαμβάνω, επισυνάπτω, περικλείουν, επισυνάψουν, περικλείει, να επισυνάψουν
- enchufar στα ελληνικά - συνδέω, συνενώνω, κατατάσσομαι, ενώνω, βύσμα, plug, βύσματος, ...
Τυχαίες λέξεις
Encerar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
Μεταφράσεις: κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού