Encuadernación στα ελληνικά
Μετάφραση: encuadernación, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεσμευτικός, δέσιμο, δεσμευτική, δέσμευσης, δεσμευτικός ως, δεσμευτικός ως προς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- encorvarse στα ελληνικά - καμπύλη, κάμπτω, κυρτώνω, λυγίζω, καμπυλώνω, σκύβω, γέρνουν, ...
- encrucijada στα ελληνικά - διατομή, σταυροδρόμι, διασταύρωση, σταυροδρόμια, διασταυρώσεις, τομής
- encuadernador στα ελληνικά - βιβλιοδέτης, βιβλιοδέτη, βιβλιοδετείο
- encubrir στα ελληνικά - κρύβω, κρύβομαι, συγκάλυψη, καλύψει έως, καλύψει έως και, καλύπτει έως, να καλύψει έως
Τυχαίες λέξεις
Encuadernación στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεσμευτικός, δέσιμο, δεσμευτική, δέσμευσης, δεσμευτικός ως, δεσμευτικός ως προς
Μεταφράσεις: δεσμευτικός, δέσιμο, δεσμευτική, δέσμευσης, δεσμευτικός ως, δεσμευτικός ως προς