Erupción στα ελληνικά
Μετάφραση: erupción, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκδήλωση, απερίσκεπτος, ξέσπασμα, παράτολμος, εξάνθημα, έκρηξη, έκρηξης, έκρηξη του ηφαιστείου, έκρηξη του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- erudición στα ελληνικά - υποτροφία, υποτροφιών, υποτροφίας, υποτροφίες, υποτροφία για
- erudito στα ελληνικά - πολυμαθής, λόγιος, Μελετητής, μελετητή, υπότροφος, λόγιο
- erótico στα ελληνικά - ερωτικός, ερωτική, ερωτικό, ερωτικά, ερωτικές
- esa στα ελληνικά - εκείνος, που, ότι, ότι η, ώστε, ότι οι
Τυχαίες λέξεις
Erupción στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκδήλωση, απερίσκεπτος, ξέσπασμα, παράτολμος, εξάνθημα, έκρηξη, έκρηξης, έκρηξη του ηφαιστείου, έκρηξη του
Μεταφράσεις: εκδήλωση, απερίσκεπτος, ξέσπασμα, παράτολμος, εξάνθημα, έκρηξη, έκρηξης, έκρηξη του ηφαιστείου, έκρηξη του