Excavadora στα ελληνικά
Μετάφραση: excavadora, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκσκαφέας, εκσκαφέα, εκσκαφείς, εκσκαφέων, ανασκαφέα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- excavación στα ελληνικά - ανασκαφή, εκσκαφή, εκσκαφής, ανασκαφής, ανασκαφών
- excavador στα ελληνικά - εκσκαφέας, εκσκαφέα, εκσκαφείς, εκσκαφέων, ανασκαφέα
- excavar στα ελληνικά - ξεθάβω, ανακαλύπτω, σκάβω, ανασκαφή, σκάβουν, dig, σκάψει
- excedente στα ελληνικά - υπερβολικός, πλεόνασμα, περίσσευμα, πλεονάσματος, πλεονασματική, πλεονάσματα, πλεονασμάτων
Τυχαίες λέξεις
Excavadora στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκσκαφέας, εκσκαφέα, εκσκαφείς, εκσκαφέων, ανασκαφέα
Μεταφράσεις: εκσκαφέας, εκσκαφέα, εκσκαφείς, εκσκαφέων, ανασκαφέα