Indiscreto στα ελληνικά
Μετάφραση: indiscreto, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδιάκριτος, ακριτόμυθος, αδιάκριτα, αδιάκριτο, αδιάκριτες, αδιάκριτη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- indisciplinado στα ελληνικά - αντιπειθαρχικός, απειθαρχη, απείθαρχο, απείθαρχος, απείθαρχα
- indiscreción στα ελληνικά - απερισκεψία, αθυροστομία, ασυνεσία, αδιακρισία, ακριτομυθίας
- indiscutible στα ελληνικά - αδιαφιλονίκητος, αμφισβητείται, αναμφισβήτητο, δεν αμφισβητείται, αδιαμφισβήτητο
- indispensable στα ελληνικά - απαραίτητος, ουσιώδης, απαραίτητη, απαραίτητο, απαραίτητες, απαραίτητα
Τυχαίες λέξεις
Indiscreto στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδιάκριτος, ακριτόμυθος, αδιάκριτα, αδιάκριτο, αδιάκριτες, αδιάκριτη
Μεταφράσεις: αδιάκριτος, ακριτόμυθος, αδιάκριτα, αδιάκριτο, αδιάκριτες, αδιάκριτη