Parte στα ελληνικά
Μετάφραση: parte, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωρίζω, μεριά, μερίδα, κλήρος, πλευρά, μερίδιο, εξάρτημα, μοιράζομαι, μοιράζω, συστατικός, μέρος, τμήμα, πλαίσιο, μέρους, μέρει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- parroquiano στα ελληνικά - πελάτης, πελάτη, πελατών, των πελατών, του πελάτη
- parsimonia στα ελληνικά - μετριοπάθεια, εγκράτεια, φιλαργυρία, οικονομία, φειδώ, φειδωλότητας, φειδούς
- partera στα ελληνικά - μαία, μαίας, τη μαία, της μαίας, η μαία
- participación στα ελληνικά - συμμετοχή, συμμετοχής, τη συμμετοχή, η συμμετοχή, της συμμετοχής
Τυχαίες λέξεις
Parte στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωρίζω, μεριά, μερίδα, κλήρος, πλευρά, μερίδιο, εξάρτημα, μοιράζομαι, μοιράζω, συστατικός, μέρος, τμήμα, πλαίσιο, μέρους, μέρει
Μεταφράσεις: χωρίζω, μεριά, μερίδα, κλήρος, πλευρά, μερίδιο, εξάρτημα, μοιράζομαι, μοιράζω, συστατικός, μέρος, τμήμα, πλαίσιο, μέρους, μέρει