Planificar στα ελληνικά

Μετάφραση: planificar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόγραμμα, προγραμματίζω, σχεδιασμός, σχέδιο, σχεδίου, προγράμματος, το σχέδιο
Planificar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adelantar στα ελληνικά - προσπερνώ, κυκλοφορώ, πέρασμα, υπερακοντίζω, στενά, περνώ, ξεπερνώ, ...
  • contagio στα ελληνικά - μόλυνση, λοίμωξη, μετάδοση, μετάδοσης, μόλυνσης, εξάπλωσης
  • fotoeléctrico στα ελληνικά - φωτοηλεκτρικός, φωτοηλεκτρικό, φωτοηλεκτρικού, φωτοηλεκτρικής, φωτοηλεκτρική
  • horror στα ελληνικά - φρίκη, τρόμου, φρίκης, τρόμο, τη φρίκη
Τυχαίες λέξεις
Planificar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόγραμμα, προγραμματίζω, σχεδιασμός, σχέδιο, σχεδίου, προγράμματος, το σχέδιο